Από τον Remy
Τη δυσκολία που αντιμετωπίζουν οι Αθηναίοι στο να βρουν αξιοπρεπή θαλασσινά και ψάρια την έχουμε αναφέρει και στο παρελθόν. Το να διαψευστεί μια τέτοια εντύπωση, έστω και από ένα εστιατόριο, αποτελεί ελπιδοφόρο δείγμα, μιας και αν μπορεί ένας, πιθανόν να μπορούν και περισσότεροι.
Όλο το παιχνίδι παίζεται στην επιλογή των πρώτων υλών. Πολλοί εστιάτορες διατείνονται ότι στην πόλη δεν μπορείς να βρεις αξιοπρεπείς πρώτες ύλες, ρίχνοντας την ευθύνη στις αποστάσεις, τους πονηρούς ψαράδες που κρατούν τα «καλά» ψάρια για τον εαυτό τους και τους δικούς τους πελάτες, και σε άλλες τέτοιες δικαιολογίες. Κι έτσι το κατεψυγμένο και το αναζωογονημένο με χημικά ψάρι πάει σύννεφο. Όλα τα παραπάνω έρχεται να διαψεύσει ο «Παπαδάκης», ο οποίος εκ Πάρου ορμώμενος, ήρθε να μας πει τα νέα: στην Αθήνα η αύρα είναι πλέον θαλασσινή!
Στον «Παπαδάκη», μια Τρίτη βράδυ δεν πέφτει καρφίτσα. Η κράτηση λοιπόν είναι απαραίτητη. Το μενού, σε πράσινο χαρτί-φωτοτυπία, φανέρωνε ότι αλλάζει διαρκώς, ανάλογα με το τι βρίσκει διαθέσιμο ο εστιάτορας. Από τα ορεκτικά δεν υπάρχει κάποια παραφωνία. Το συμιακό γαριδάκι (€21) άψογα τηγανισμένο, αν και λίγο πιο αλμυρό απ’ ό,τι θα’πρεπε. Η αχινοσαλάτα (€22) μυρίζει θάλασσα και σε ταξιδεύει σε όποιο νησί θέλεις, ενώ το χταπόδι με μέλι, λιαστό κρασί και πατατάκι είναι πιάτο αξιώσεων, με πρωτότυπη υφή και μεστή γεύση.
Τα ντοματίνια με κάππαρη και ελαιόλαδο (€14) είναι μια καλή ευκαιρία για να διαπιστώσουμε την καλή ποιότητα του ελαιόλαδου. Η σαλάτα με κατσικίσιο τυρί και σύκο (€14), αν και γευστικότατη, θα ταίριαζε μάλλον με κρεατοφαγικό μενού. Όμως, το «σαλατούρι» με ρόκα και διάφορα ψάρια είναι το ιδανικό συνοδευτικό, δροσερό, χωρίς γευστικές υπερβολές. Από τα κυρίως, το γιουβέτσι κωλοχτύπας (€44) έχει δύο πρόσωπα, καθώς η κωλοχτύπα είναι φρεσκότατη, ενώ το κριθαράκι κάπως άχρωμο. Το φρικασέ με σελινόριζα, περιέχει φρεσκότατο ψάρι και θυμίζει φαγητό μαμάς.
Τα γλυκά και τα παγωτά, όλα ευφάνταστες δημιουργίες της σεφ, Αργυρώς Μπαρμπαρίγου, αφήνουν επίσης καλές εντυπώσεις. Το γεύμα συνοδεύει άψογαένα βαρέλι του Σιγάλα, από την καλά ενημερωμένη κάβα, ενώ κλείνουμε με σπιτικό λιμοντσέλο και φραουλάδα. Ο «Παπαδάκης» αποτελεί μια επιλογή που θα κάνει ευτυχισμένους τους λάτρεις των θαλασσινών. Το μόνο που χρειάζεται κανείς είναι γεμάτο πορτοφόλι (€60 το άτομο χωρίς κρασί). Όμως, στη ζωή υπάρχουν ακριβά πράγματα που αξίζουν και ακριβά πράγματα που δεν αξίζουν. Ο «Παπαδάκης» ανήκει στα πρώτα.
Από τον Linguini
Κολωνάκι το αριστοκρατικό. Ανηφορίζουμε την πλαγιά του Λυκαβηττού με επιφυλάξεις για τη γαστρονομική εξέλιξη της βραδιάς. Η τελευταία έξοδος για δείπνο σε bar-restaurant της περιοχής απλώς επαλήθευσε την εντύπωση ότι οι χώροι προσφέρονται κυρίως για να περιφέρουν το ναρκισσισμό τους γοργόνες και χαρτογιακάδες…
Οι συστάσεις για το εστιατόριο Παπαδάκης, πολλές και από διαφορετικές πλευρές. Η φήμη του είχε προηγηθεί της παρουσίας του. Στο γραφικό λιμανάκι της Νάουσας της Πάρου το ομώνυμο εστιατόριο εδραίωνε προοδευτικά από το 1997 το όνομά του με τους εκλεκτούς μεζέδες. Και οι επισκέπτες του νησιού ως απολογισμό διακοπών είχαν να διηγούνται και για το γεμιστό καλαμάρι και τα γαριδοπιτάκια της οικοδέσποινας Αργυρώς Μπαρμπαρίγου…
Οι ψαρομεζέδες πιάνουν στεριά, στο ήσυχο στενό της Φωκυλίδου. Σε ένα χώρο με λίγα τραπέζια, μεγάλα λευκά παράθυρα και γλυπτές μεταλλικές «Σαρδέλες» στον τοίχο να σχηματίζουν το κοπάδι τους. Διακόσμηση ξεκούραστη, χωρίς φλυαρίες.
Τα πράγματα σοβαρεύουν με την παρέλαση θαλασσινών. Το συμιακό γαριδάκι έχει τραγανή κρούστα, όμως δεν επιβαρύνει καθόλου το στομάχι. Τα γαριδοπιτάκια σχηματίζουν δύο μεγάλες τηγανητές φλογέρες γεμιστές με παχύρρευστη κρέμα τυριού και γαρίδες. Αποτέλεσμα που εντυπώνεται, αλλά κάθε μπουκιά μεταφράζεται σε €2. Το χταπόδι, σιγοβρασμένο σε λιαστό κρασί και περιχυμένο με μέλι, σερβίρεται αγκαλιασμένο με τσιπς φρέσκιας πατάτας. Η φάβα έχει κρεμώδη υφή, γεμάτη λάμψη από το ωμό ελαιόλαδο. Συνοδεύεται από καραμελωμένα κρεμμυδάκια, ντοματίνια, κάππαρη και φιλετάκια γαύρου, ακολουθώντας το νησιωτικό τυπικό.
Γευστική ένταση που παραπέμπει στην αρχετυπική γεύση. Αμέσως γίνεται αντιληπτή η άριστη ποιότητα των πρώτων υλών. Τα ντοματίνια, στεφανωμένα με καππαρόφυλλα, έχουν τη δροσιά και το ζουμί του σαρκώδους κόκκινου καρπού που τρώμε στο χωριό. Τα πιάτα αναδύουν αυθεντικά αρώματα, τα οποία πρόσχαρα ανασύρονται από τη γευστική μας μνήμη. Τι σημαίνει αυτό; Ότι δεν γίνεται έκπτωση στην ποιότητα.