Ο κ. Μίλερ εξηγεί πώς ξεκίνησε η θυελλώδης σχέση του με τη χώρα μας. «Το 1967 ήμουν 25 χρόνων, στον τρίτο χρόνο των μεταπτυχιακών μου σπουδών στην Αρχαιολογία, στο Πανεπιστήμιο Πρίνστον. Για να κάνω έρευνα για τη διατριβή μου, επισκέφθηκα τη Σικελία και ύστερα κανόνισα να δω τις σπουδαιότερες ελληνικές αρχαιολογικές τοποθεσίες. Πρώτος μου σταθμός ήταν η Κέρκυρα. Μόλις έφτασα, πήγα να μείνω σε ένα ψαροχώρι που δεν είχε ηλεκτρικό ρεύμα. Ούτε τουρίστες.
Ήταν η Παλαιοκαστρίτσα. Βρήκα ένα δωμάτιο που δεν είχε τζάμια στα παράθυρα, ευτυχώς ήταν καλοκαίρι. Εξουθενωμένος και πεινασμένος, κατέληξα το βράδυ σε μια ταβέρνα. Ο ιδιοκτήτης ήρθε στο τραπέζι κρατώντας μια λάμπα. Δεν μιλούσα ελληνικά, προσπάθησα να συνεννοηθώ με παντομίμα. Με κατάλαβε και μου έφερε ψωμί και σαλάτα. Τα έφαγα όλα, αλλά εξακολούθησα να πεινάω σαν λύκος. Του ξαναέκανα παντομίμα και εκείνος είπε μια λέξη που δεν γνώριζα και μου την έδειξε στο λεξικό που είχα μαζί μου: «Υπομονή». Ύστερα από λίγο ήρθε και με πήρε σχεδόν σηκωτό από τον γιακά. Νόμιζα ότι θα με έδιωχνε. Με πήγε δίπλα στη θάλασσα και μου έδειξε ένα φως που πλησίαζε. Ήταν ένα καΐκι. Όταν έδεσε στην προβλήτα, πάλι με τράβηξε από το χέρι και μου έσπρωξε το κεφάλι στο πλεούμενο για να δω την ψαριά. Μου έκανε νόημα να διαλέξω. Πήρα έναν αστακό. Μέσα σε λίγη ώρα μου τον σέρβιρε. Ήταν από τα ωραιότερα φαγητά της ζωής μου, που κόστισε ελάχιστες δραχμές. Είπα μέσα μου: Θεέ μου, πρέπει να είμαι στον Παράδεισο, με καταπληκτικά τοπία και αρχαία ερείπια. Αυτή ήταν αρχή μιας ερωτικής ιστορίας με την Ελλάδα που συνεχίζεται 46 χρόνια».
Συνεχίζεται; Ο επί χρόνια καθηγητής στο Μπέρκλεϊ, που φημίζεται για το πείσμα και τη μαχητικότητά του, φαίνεται να έφτασε σε οριακό σημείο μπροστά στο ενδεχόμενο να πάει χαμένο το έργο ζωής που έχει κάνει στην Πελοπόννησο. Με αδιάκοπες προσπάθειες τεσσάρων δεκαετιών, μεταμόρφωσε τη Νεμέα. Εξασφάλισε χρήματα για να απαλλοτριωθούν χωράφια που είχαν αρχαιολογικά ευρήματα όπως το περίφημο στάδιο, επέβλεψε τον σχεδιασμό, την κατασκευή και τον εξοπλισμό του μουσείου, συνέλαβε την ιδέα του αρχαιολογικού πάρκου, αναστήλωσε τον ναό, ταξίδεψε στην άλλη άκρη του κόσμου για να βρει χορηγούς από την ελληνοαμερικανική κοινότητα. Βρήκε και φιλέλληνες που στήριξαν οικονομικά το έργο, αναβίωσε τους αρχαίους Αγώνες των Νεμέων, συσπείρωσε εθελοντές, ενώ δώρισε όλη την αγορασμένη γη στο ελληνικό Δημόσιο. Το 2005 ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας, σε αναγνώριση της προσφοράς του, του απένειμε την ελληνική υπηκοότητα. Το κατόρθωμά του ήταν μεγάλο. Το καλοκαίρι του 1973, οι επισκέπτες στον Ναό του Νεμείου Διός ήταν... ένας. Τον περασμένο χρόνο ξεπέρασαν τις 50.000.
Ομως η Πολιτεία στο πλαίσιο των περικοπών αποφάσισε να μειώσει το προσωπικό. Εντός των ημερών αποφασίζεται αν οι επτά έκτακτοι φύλακες, που έχουν προσφύγει σε ασφαλιστικά μέτρα, θα παραμείνουν στη θέση τους. Αν φύγουν, τότε το μουσείο και ο χώρος θα μείνουν μόνο με τρεις, έτσι ίσως ανασταλεί η λειτουργία τους, καθώς τίθεται θέμα ασφάλειας. «Ο,τι έκανα στη Νεμέα από το 1973 μέχρι σήμερα είχε έναν και μόνο σκοπό», λέει ο Στέφανος Μίλερ. «Οχι μόνον να έρθουν στο φως τα ευρήματα ενός από τα τέσσερα σπουδαιότερα αθλητικά κέντρα της αρχαιότητας αλλά και να μπορέσουμε να φτιάξουμε ένα υποδειγματικό αρχαιολογικό πάρκο που θα καμαρώνει κάθε επισκέπτης. Και νομίζω ότι με πολύ σκληρή δουλειά τα καταφέραμε. Δεν μπορώ να φανταστώ ότι μπορεί να μπει λουκέτο σε αυτόν τον χώρο που διαφημίζει την Ελλάδα και δίνει πολλά έσοδα στην οικονομία της περιοχής. Θα ήταν αδιανόητο...».
Παραγγέλνουμε και οι δύο ζυμαρικά. Ο κ. Μίλερ παίρνει και ένα ποτήρι λευκό κρασί. Οι σερβιτόροι είναι ευγενέστατοι. Ο καιρός είναι μουντός, ελάχιστοι κάθονται στον εξωτερικό χώρο του εστιατορίου. Οταν έφτασε στη Νεμέα, η κατάσταση ήταν πολύ διαφορετική από τη σημερινή. Θυμάται: «Ενας άλλος κόσμος. Κάποιες κατοικίες δεν είχαν ηλεκτρικό. Μια οικογένεια είχε αυτοκίνητο. Τηλεόραση υπήρχε μόνο στο καφενείο. Εκεί ήταν η μοναδική τηλεφωνική σύνδεση. Οταν κάποιος μας έψαχνε, ο καφετζής συνέδεε τη γραμμή με την τηλεφωνική μας συσκευή, με ειδικά βύσματα από ένα τηλεφωνικό κέντρο. Τη δεύτερή μου μέρα στο χωριό, ήρθε ο δήμαρχος λέγοντας ότι είμαι προσκεκλημένος των κατοίκων στο καφενείο. Οταν έφτασα είδα ότι είχαν παρατάξει καθίσματα και με είχαν βάλει στην πρώτη σειρά για να παρακολουθήσουμε όλοι μαζί το Peyton Place! Οι γυναίκες δεν ήταν μέσα αλλά στριμώχνονταν στα τζάμια έξω από τα παράθυρα. Οχι ότι τους είχε απαγορεύσει κάποιος ρητά να έρθουν αλλά τότε δεν εθεωρείτο πρέπον να συχνάζουν σε τέτοια μέρη που ήταν μόνο για άντρες. Είχα και άλλα αστεία περιστατικά. Ενα από αυτά, είναι ότι σύντομα κατάλαβα πως μικροί μαθητές που έκαναν αγγλικά, άκουγαν λαθραία τις συνομιλίες που είχα με συναδέλφους και συγγενείς, από το τηλεφωνικό κέντρο του καφενείου, για να κάνουν εξάσκηση στη γλώσσα. Και άλλη μια φορά, με ζήτησε ένας συνάδελφος από τις ΗΠΑ. Ο καφετζής, για λόγους που δεν γνωρίζουμε, του είπε ότι πέθανα, μάλλον για να μην μπει στον κόπο να με ψάχνει. Μετά από λίγες ημέρες έφτασε στη Νεμέα ένα τηλεγράφημα από την Αμερική, όπου ο σοκαρισμένος συνάδελφος προσπαθούσε να μάθει τις συνθήκες του θανάτου μου!».
Ο Στέφανος Μίλερ ξεκίνησε ανασκαφές, χρηματοδοτούμενος από πόρους που έρχονταν από ιδιώτες χορηγούς μέσα από το Πανεπιστήμιο Μπέρκλεϊ στην Αμερική. Για πολλές εβδομάδες, η έρευνα ήταν άκαρπη. «Με είχε πιάσει απελπισία διότι θα έπρεπε με μηδενικά ευρήματα να γυρίσω πίσω στις ΗΠΑ και να πείσω πανεπιστήμιο και χορηγούς να συνεχίσουμε τις ανασκαφές. Τελικά, την τελευταία ημέρα, ευτυχώς αρχίσαμε να εντοπίζουμε την άκρη του νήματος που μας οδήγησε στις μεγάλες ανακαλύψεις που ακολούθησαν. Ηταν 19 Ιουλίου του 1974. Την επομένη έγιναν τα γεγονότα της Κύπρου. Από τα πανηγύρια για τα ευρήματα, το χωριό βυθίστηκε στον θρήνο και στον φόβο ότι μπορεί να γίνει πόλεμος. Και εγώ ζούσα ανάμεσα στην αρχαία και τη σύγχρονη ελληνική ιστορία, συγκλονισμένος από τις εξελίξεις» λέει ο κ. Μίλερ που συνέδεσε τις χαρές και τις λύπες του με τη χώρα μας. Παντρεύτηκε μάλιστα και Ελληνοαμερικανίδα ενώ πια όλοι του οι φίλοι τον φωνάζουν «Στέφανο».
Η πορεία των ανασκαφών έφερε και μεγάλες κοινωνικές ανακατατάξεις. «Πριν από την έλευσή μου, υπήρχαν δυο - τρεις ισχυρές οικογένειες που έκαναν κουμάντο, απασχολώντας τους κατοίκους στα χωράφια. Μετά, όσοι εξ αυτών εργάζονταν ως εργάτες στο δικό μας σκάμμα είχαν εναλλακτική εισοδήματος και έτσι άλλαξαν οι ισορροπίες». Η νέα κατάσταση ενόχλησε κάποιους από τους παλιούς «γαιοκτήμονες» αλλά και ορισμένους που έχαναν τις περιουσίες τους επειδή βρίσκονταν στον αρχαιολογικό χώρο. Το 1980, ο Στέφανος Μίλερ δέχθηκε... τρεις πυροβολισμούς από άγνωστο στο γραφείο του στη Νεμέα. Μια σφαίρα πέρασε ξυστά. Δεν φοβήθηκε; «Σίγουρα. Αλλά με έκανε να πεισμώσω ακόμα περισσότερο», λέει. Και δεν ήταν η μόνη αντιξοότητα. Οταν το ΠΑΣΟΚ πρωτοήρθε στην εξουσία, υπήρχε η φαεινή ιδέα να διώξουν τις ξένες αρχαιολογικές σχολές από τη χώρα επειδή ήταν εκπρόσωποι του «ξένου ιμπεριαλισμού» και ως γνωστόν η Ελλάδα ανήκε μόνο στους Ελληνες. Ο τότε γενικός γραμματέας του ΥΠΠΟ μάλιστα τον είχε προειδοποιήσει ότι σε λίγα χρόνια θα έχουν φύγει από τη χώρα. Ευτυχώς, το σχέδιο δεν εφαρμόστηκε ποτέ».
Ο,τι δεν κατάφερε να κάνει η απόπειρα εκφοβισμού και η ορμή της πρώτης σοσιαλιστικής κυβέρνησης, παρά λίγο να το πετύχει η Ελληνική Πολιτεία 33 χρόνια αργότερα, με την απειλή του λουκέτου στη Νεμέα. «Έγραψα την επιστολή, διότι αισθάνθηκα ότι κάτι πρέπει να κάνω για να ενημερώσω την κοινή γνώμη πριν να είναι πολύ αργά, προτού να κλείσει το μουσείο. Αν δεις το παιδί σου να έχει πυρετό, θα το αφήσεις μέχρι να φτάσει 42; Για να προχωρήσουν τα έργα στη Νεμέα, πολλοί χορηγοί έδωσαν χρήματα από την Ελλάδα και το εξωτερικό. Αλλοι βοηθούν εθελοντικά. Τι θα πούμε σε αυτούς τους ανθρώπους που πίστεψαν σε αυτό που κάνουμε; Έπρεπε να αντιδράσω. Δεν περίμενα ότι θα υπάρξει τέτοια κινητοποίηση» λέει ο κ. Μίλερ, πίνοντας τον καφέ του. «Δέχθηκα εκατοντάδες ενθαρρυντικά e-mails από Έλληνες και ξένους. Το πρόβλημα είναι ότι θα πρέπει η ελληνική πολιτεία να καταλάβει επιτέλους πως οι αρχαιολογικές περιοχές και τα μουσεία είναι ίσως το μεγαλύτερό της περιουσιακό στοιχείο και δεν μπορεί να τα αφήσει στην τύχη τους. Όχι μόνον αυτό αλλά με τη σωστή πολιτική θα μπορούσε να φροντίσει ώστε να παράγουν έσοδα ώστε να μην επιβαρύνουν τον κρατικό προϋπολογισμό σε μια εποχή μιας τόσο σοβαρής οικονομικής κρίσης. Είμαι πεπεισμένος ότι θα μπορούσε η αξιοποίησή τους να λειτουργήσει ως μοντέλο χρηστής διαχείρισης, όπου το κράτος θα έβγαινε κερδισμένο. Πώς θα μπορούσε να γίνει αυτό; Έχω ετοιμάσει μια πρόταση και είμαι έτοιμος να την καταθέσω στις ελληνικές αρχές» λέει ο διαπρεπής αρχαιολόγος.
Το σχέδιό του αφορά μια πιλοτική ιδιωτικοποίηση ορισμένων αρχαιολογικών περιοχών ή μουσείων. Πρόκειται ίσως για ένα τεράστιο ταμπού στην ελληνική αρχαιολογία καθώς από την ίδρυση του ελληνικού κράτους, το Δημόσιο είχε τον πρώτο και τελευταίο λόγο στο ζήτημα, χωρίς ποτέ να τεθεί ο κανόνας αυτός υπό αμφισβήτηση. Τι προτείνει όμως ο κ. Μίλερ; «Θα σας δώσω ένα παράδειγμα. Κοντά στη Νεμέα υπάρχει η εγκαταλελειμμένη ανασκαφή της Φλειούντας με διάφορα ευρήματα. Ήταν μια μεσαίου μεγέθους πόλη, στην οποία έγιναν έρευνες τη δεκαετία του 1920 και ύστερα του 1970. Έχουν εντοπιστεί διάφορα και ένα θέατρο. Ολα αυτά είναι σήμερα στο έλεος των περαστικών, των αρχαιοκαπήλων και των βανδάλων. Οι τελευταίοι μάλιστα έχουν κάνει ήδη μεγάλες φθορές καθώς έσπασαν πέτρινους θρόνους. Έφεραν τμήματά τους στο μουσείο και τώρα κάνουμε αγώνα να τα συγκολλήσουμε. Γύρω υπάρχουν κοπάδια και καλλιέργειες, με ντόπιους που σκάβουν για τα χωράφια τους. Φανταστείτε αυτήν την τοποθεσία να εντάσσεται σε μια περιοχή όπου να υπάρχει φύλαξη, εστιατόριο, καφέ, κάποιο μικρό ξενοδοχείο. Όπου τουρίστες θα μπορούν να παρακολουθούν από απόσταση το έργο των αρχαιολόγων και να μοιράζονται τη μοναδική χαρά αυτής της στιγμής που η σκαπάνη φέρνει κάτι στο φως μετά χιλιάδες χρόνια. Φανταστείτε να μπορούσαν να αγοράσουν μια πλειάδα από σουβενίρ με αντίγραφα των αντικειμένων που βρέθηκαν και να τα πάρουν μαζί στην πατρίδα τους ώστε να τους θυμίζουν αυτήν τη συγκινητική εμπειρία. Ένας τρόπος να γίνουν όλα αυτά είναι να υπάρχει μια εταιρεία εκμετάλλευσης που να καταθέσει ένα business plan, μελετημένο και σωστό, να πάρει την έγκριση του κράτους και να αρχίσει να κόβει εισιτήρια εισόδου. Με προγραμματισμό για κάποια χρόνια μπροστά, με πολιτική να πείθει τους τουρίστες να επιστρέφουν κάθε χρόνο για να παρακολουθούν την πορεία της ανασκαφής. Σαν την Φλειούντα, υπάρχουν δεκάδες παραδείγματα σε όλη την Ελλάδα, που ρημάζουν. Γιατί να μην είναι στην επίβλεψη μιας ιδιωτικής εταιρείας που θα τα σεβαστεί, θα τα προστατεύσει και θα δώσει έσοδα στο κράτος;».
Κανείς δεν γνωρίζει αν η πρόταση του κ. Μίλερ θα βρει θετική ανταπόκριση από το ΥΠΠΟ αλλά και από τους Έλληνες αρχαιολόγους. Ο ίδιος πάντως συνεχίζει να μάχεται για να κρατήσει στη ζωή τη Νεμέα. «Ξέρετε» μου λέει φεύγοντας «όπως σας είπα με την Ελλάδα έχω ερωτική σχέση. Και τις γυναίκες τις αγαπάς, τις θαυμάζεις αλλά δεν προσπαθείς ποτέ να τις καταλάβεις. Μην με πάρετε για σεξιστή...», είναι οι τελευταίες του κουβέντες πριν αποχαιρετιστούμε.
Δείτε στο βίντεο πώς συνδέει τα αρχαιολογικά ευρήματα της Νεμέας με την Μακεδονία.
Oι σταθμοί του Στέφανου Μίλλερ
1942
Γεννιέται στην Ιντιάνα των ΗΠΑ.
1964
Σπουδάζει αρχαία ελληνικά στο Wabash College.
1967-1970
Κάνει μεταπτυχιακές σπουδές και εκπονεί διδακτορικό στην κλασική αρχαιολογία στο Princeton.
1968
Ερχεται με υποτροφία Fulbright στην Ελλάδα.
1969-1972
Συμμετέχει στις ανασκαφές στην Αρχαία Αγορά της Αθήνας από την Αμερικανική Αρχαιολογική Σχολή.
1973-2005
Διδάσκει αρχαιολογία στο Berkley.
1973-2005
Διευθυντής στις ανασκαφές της Νεμέας.
1982-87
Διευθυντής της Αμερικανικής Αρχαιολογικής Σχολής στην Ελλάδα.
2005
Τον τιμά ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας δίνοντάς του την ελληνική υπηκοότητα.
via Της Μαργαρίτας Πουρνάρα