Τα παιδιά πλουσίων οικογενειών της Ευρώπης, που διέθεταν χαρτί (είδος μεγάλης πολυτέλειας), άρχισαν πρώτα τη χρήση του παιγνιδιού “αετού”, όπως το βλέπουμε από τον 17ο αιώνα.
Από την Άπω Ανατολή ήρθε ο χαρταετός και στην Ελλάδα, πιάνοντας πρώτα τα λιμάνια της Ανατολής (Σμύρνη, Χίο, Κωνσταντινούπολη), τα λιμάνια της Επτανήσου, έπειτα της Σύρας και των Πατρών και σιγά-σιγά όλα τα αστικά κέντρα, όπου μπορούσε να αγοραστεί σπάγκος και χρωματιστό χαρτί.
Τα παιδιά στην ύπαιθρο είδαν τα παιδιά των πόλεων στις εκδρομές τους και τα μιμήθηκαν, με πρόχειρα μέσα: ένα κομμάτι χαρτί του μπακάλη (που όμως ήταν βαρύ), ένα φύλλο από τετράδιο του σχολείου, καθώς και νήμα από κουβάρι.
Η κατασκευή του Χαρταετού
Σήμερα η κατασκευή ενός χαρταετού είναι σχετικά εύκολη υπόθεση, καθώς υπάρχουν όλα τα τεχνικά μέσα. Αρκεί βέβαια ο κατασκευαστής να έχει κοφτερό μυαλό, επιδέξια χέρια, και βεβαίως έμπνευση.
Ο Νίκος Παυλιδάκης που διανύει την έβδομη δεκαετία της ζωής του από μαθητής έκανε χαρταετούς και τώρα τελευταία κατασκευάζει χαρταετούς για εγγόνια και φίλους.
« Είναι απλό να βλέπεις το χαρταετό να πετάει, αλλά για να γίνει χρειάζεται τέχνη » μας λέει και μας περιγράφει τον τρόπο κατασκευής,
Κόβω τις μάνες δηλαδή τα ξύλα όπου στηρίζεται ο χαρταετός.
Καρφώνω τα ξύλα πάνω στον άξονα, τον ανοίγω και στη συνέχεια αφού κολλήσω επάνω τις κόλλες με διάφορα χρώματα και σχέδια, δένω γύρω- γύρω τους σπάγκους.
Τα ζύγια πρέπει να είναι ίσια, δεμένα σωστά, κι οι αποστάσεις να είναι μετρημένες σε ίσα μήκη.
Η ουρά πάει ανάλογα με το μέγεθος και εξαρτάται κάθε φορά από τον αέρα που πνέει.
Στον πολύ αέρα, αν δεν πετά ο χαρταετός θέλει και άλλη ουρά για να βαριδιάσει.
Στην άπνοια την αφαιρείς.
Όποιος δεν έπαιξε ποτέ του με χαρταετό, δεν κοίταξε όσο χρειάζεται ψηλά.
Όποιος δεν ένιωσε την αντίσταση του μεγάλου σπάγκου, δεν κατάλαβε τη δύναμη του αέρα.
Κι όποιος δε φώναξε με την ευθύνη και την πρωτοβουλία του παιδιού, που βλέπει να κινδυνεύει στον ψηλό μετεωρισμό του ο “αετός”, δεν ένιωσε τη χαρά και την υπερένταση του να τα βγάζεις πέρα μόνος σου με τη Φύση.