Η εντύπωση πολλών ότι η αρχή της ιστορίας της ζυθοποιίας ανάγεται στο Μεσαίωνα, σε κάποιο σκοτεινό και υγρό μοναστήρι της Κεντρικής Ευρώπης είναι το λιγότερο λανθασμένη: γιατί τα παλαιότερα διαθέσιμα στοιχεία δείχνουν ότι οι πρώτοι που παρήγαγαν μπύρα ήταν οι Σουμέριοι που την ανακάλυψαν μάλλον τυχαία, πιθανότατα από κάποιο κομμάτι βρεγμένου ψωμιού που ζυμώθηκε στον αέρα. Μετά τους Σουμέριους η "κληρονομιά" της μπύρας πέρασε στους Βαβυλώνιους και στους Αιγυπτίους, στους Έλληνες και τους Ρωμαίους.
Ο πολιτισμός ωστόσο που "αγκάλιασε" το κριθαρένιο ποτό δεν θα μπορούσε να είναι άλλος από αυτόν των Τευτόνων, των προγόνων των σύγχρονων Γερμανών, που παρήγαγαν την μπύρα αφενός για τους ιδίους και αφετέρου για να την προσφέρουν ως θυσία στους θεούς τους.
Βέβαια στις προηγούμενες εποχές η παραγωγή της γινόταν αποσπασματικά και κατά τύχη και μόνο κατά τη διάρκεια του μεσαίωνα άρχισε να παράγεται συστηματικά από μοναχούς που ήθελαν ένα γευστικό ποτό για να συνδυάζουν το φαγητό τους και που θα επιτρεπόταν να πιουν κατά τη διάρκεια της νηστείας.
Η παραγωγή της μπύρας άρχισε να αυξάνεται αλματωδώς πάντα βέβαια μ’ ένα τόνο πειραματισμού στα συστατικά, γεγονός που συχνά κατέληγε σε δηλητηριάσεις ή ακόμη και παραισθήσεις. Καθώς όμως η εποχή ενδείκνυτο για δεισιδαιμονίες, κάθε λάθος στη ζυθοποίηση ρίχνονταν στις μάγισσες και τα κακά πνεύματα που κατέστρεφαν τη ζύμωση και στοίχειωναν τους παραγωγούς του λυκίσκου. Υπήρχαν μάλιστα περιπτώσεις όπου έριχναν μάγισσες στην πυρά επειδή θεωρούνταν ότι κατέστρεφαν την παραγωγή της μπύρας.
Με το πέρασμα του χρόνου τα συστατικά της απέκτησαν συγκεκριμένες σταθερές και το 19ο αιώνα η παραγωγή πέρασε σε συνθήκες εργοστασίου.
Η επινόηση της ατμομηχανής, η τεχνητή ψύξη που αλλά και η βελτίωση των τεχνικών της ζύμωσης, επέτρεψαν την παραγωγή διαφορετικών ειδών μπύρας ανεξάρτητα με την εποχή, την αποθήκευση της για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα, αλλά και τη σταθεροποίηση της ποιότητάς της.
Οδηγίες για συντήρηση, σερβίρισμα και γευσιγνωσία.
Σε αντίθεση με το κρασί η καλύτερη μπύρα είναι η πιο φρέσκια και για την ακρίβεια ελάχιστες μπύρες μπορούν να παλαιωθούν. Οι Lager και οι Pilsner πρέπει να καταναλώνονται μέσα σε διάστημα ενός έτους, ενώ μερικές μοναστηριακές μπύρες αντέχουν μέχρι και δυο έτη.
Το μέρος όπου θα αποθηκεύονται οι μπύρες πρέπει να είναι καθαρό, να μην είναι υγρό, να μην έχει άσχημες οσμές και να μην υπάρχει δυνατός φωτισμός. Όλοι οι παραπάνω παράγοντες μπορεί να προκαλέσουν αλλοιώσεις στο χρώμα και τη γεύση της μπύρας.
Οι φιάλες με μεταλλικό πώμα πρέπει να αποθηκεύονται όρθιες ενώ αυτές που έχουν πώμα από φελλό πρέπει να αποθηκεύονται πλαγιασμένες.
Οι μπύρες που περιέχουν ίζημα πρέπει να μην μετακινούνται απότομα ώστε να μην υπάρχει περίπτωση να ξεκολλήσει το ίζημα από τη φιάλη.
Η ποικιλία των ποτηριών που υπάρχει ανά τον κόσμο αποδεικνύει πως η μπύρα πρέπει να πίνεται σε ποτήρι και όχι απευθείας από το μπουκάλι, αφενός για να έχει τη σωστή ποσότητα διοξειδίου του άνθρακα και αφετέρου για να αναδείξει το άρωμα και τη γεύση της καλύτερα.
Τα ποτήρια της μπύρας πρέπει να είναι καθαρά, χωρίς ίχνη από άλατα και δροσερά. Η συνήθεια πολλών Ελλήνων να τοποθετούν ποτήρια στον καταψύκτη θεωρείται όχι απλά ατόπημα, αλλά μάλλον τραγικό λάθος, αφού η απότομη ψύξη της μπορεί να προκαλέσει κρυστάλλωση καθώς και θολώματα στον αφρό της.
Το ποτήρι παίζει πολύ σημαντικό ρόλο γιατί αναδεικνύει το άρωμα και τη γεύση της μπύρας.
Σε γενικές γραμμές μπορούμε να πούμε πως οι περισσότερες Ale σερβίρονται σε pints, ποτήρια με ευθείες πλευρές και διάμετρο στομίου ελαφρώς μικρότερη από τη διάμετρο του κορμού, ενώ οι Βελγικές Ale σερβίρονται σε ποτήρι με σχήμα τουλίπας και συχνά κολονάτο.
Οι Wheat Beers σε πολύ ψηλά ποτήρια με στόμιο που κλείνει στο τέλος και οι Lagers σε ψηλό ποτήρι που λεπταίνει προς τα κάτω, όπως αυτό της Pilsner.
Το ποτήρι δεν είναι το μόνο πράγμα που εξαρτάται από τον τύπο της μπύρας. Το ίδιο ισχύει και με τη θερμοκρασία σερβιρίσματος. Έτσι για μερικά βασικά είδη μπύρας οι θερμοκρασίες είναι οι εξής:
- Lager: 9ºC
- Ale: 12-13º C
- Weissbiers: 9-12º C
- Pilsner: 9º C
- Μοναστηριακού τύπου: 9-10º C
Η δοκιμή μιας μπύρας δεν διαφέρει πολύ από αυτή του κρασιού. Πρώτα απ’ όλα πρέπει να φροντίσουμε να είναι στη σωστή θερμοκρασία.
Έπειτα διαλέγουμε ένα κατάλληλο για τον τύπο της ποτήρι (αν και για τις δοκιμές πολλοί προτιμούν τα ποτήρια των μοναστηριακών μπυρών), την ανακινούμε ελαφρά, μυρίζουμε το άρωμά της και δοκιμάζουμε.
Μια Lager θα έχει αρκετά διακριτικό άρωμα βύνης και λυκίσκου ενώ μια καλή Ale είναι πιο δυνατή με περισσότερες γεύσεις και αρώματα που μπορεί να θυμίζουν φρούτα ή μπαχαρικά.
Οι stouts και οι porters θα αφήνουν μια καραμελένια αίσθηση και ίσως να θυμίζουν σοκολάτα, ενώ μια wheat beer θα είναι σίγουρα πιο όξινη.
Μπύρες και φαγητό
Το κατάλληλο συνοδευτικό για κάθε τύπο μπύρας εξαρτάται πάνω απ’ όλα από τα προσωπικά κριτήρια αλλά σίγουρα υπάρχουν φαγητά που ταιριάζουν με συγκεκριμένα είδη μπύρα είτε επειδή μετριάζουν την οξύτητά ή την πικράδα τους είτε επειδή αναδεικνύουν το σύνθετο άρωμα και τη γεύση τους.
Πολλοί από τους μεγαλύτερους γευσιγνώστες της μπύρας ανά τον κόσμο προτείνουν τους εξής συνδυασμούς:
- Τα ορεκτικά συνοδεύονται ευχάριστα με μια lambic.
- Τα λουκάνικα ταιριάζουν καλύτερα με μια σκουρόχρωμη βαυαρική ή τσέχικη lager ή μια weisse.
- Με τα ψάρια ταιριάζει μια pilsner ή μια golden lager, ενώ τα θαλασσινά και τα οστρακοειδή μπορούν να συνοδευτούν από μια stout.
- To κοτόπουλο μπορεί να συνδυαστεί με μια Lager ή μια Oktoberfest Lager.
- Το μοσχάρι και το χοιρινό ταιριάζουν με μια Ale (η Irish Red και η Pale Ale θεωρούνται από τις καλύτερες επιλογές).
- Οι μοναστηριακές συνοδεύουν έξοχα μια ποικιλία τυριών.
- Με τα επιδόρπια, ταιριάζει μια framboise lambic αν πρόκειται για γλυκό με φρούτα, ή μια chocolate ή coffee stout αν πρόκειται για γλυκό με σοκολάτα.
Όπως είπαμε όμως, όλα τα παραπάνω είναι καθαρά θέμα γούστου. Σημασία έχει να βρει κανείς τον τύπο της μπύρας που του αρέσει, να τη σερβίρει έτσι ώστε να τη βοηθήσει να αναδείξει το χαρακτήρα της και να την απολαύσει όπως αυτός νομίζει καλύτερα!