Οι διαφορές στην ποικιλία του ελαιοδένδρου, στις καλλιεργητικές μεθόδους, στις περιοχές καταγωγής και στα οργανοληπτικά χαρακτηριστικά κατατάσσουν το ελληνικό ελαιόλαδο σε διάφορους τύπους και κατηγορίες, μεταξύ των οποίων περιλαμβάνονται:
· Βιολογικά ελαιόλαδα. Προέρχονται από καλλιέργειες στις οποίες ο παραγωγός αντιμετωπίζει όλα τα καλλιεργητικά προβλήματα χωρίς χημικές ουσίες, φυτοφάρμακα και λιπάσματα. Εγκεκριμένοι Οργανισμοί Πιστοποίησης ελέγχουν τακτικά τις καλλιέργειες και το τελικό προϊόν. Η συστηματική βιολογική καλλιέργεια της ελιάς ξεκίνησε το 1988 από τη Μάνη. Έκτοτε ολοένα και περισσότεροι παραγωγοί υιοθετούν το βιολογικό τρόπο καλλιέργειας και τα τελευταία πλέον χρόνια τα βιολογικά ελαιόλαδα κατακτούν συνεχώς μεγαλύτερο μερίδιο αγοράς. Βέβαια πρέπει πάντα να αναζητούμε στην ετικέτα των βιολογικών λαδιών τον αριθμό έγκρισης και πιστοποίησης από αναγνωρισμένους οργανισμούς ελέγχου και πιστοποίησης, (ΔΗΩ, ΦΥΣΙΟΛΟΓΙΚΗ, QWAYS).
· Ελαιόλαδα ψυχρής έκθλιψης ή άθερμα. Παράγονται από την έκθλιψη της ελιάς με τη χρήση χαμηλής θερμοκρασίας μάλαξης (μέχρι 27ο). Είναι υψηλής ποιότητας ως απόλυτα φυσικός χυμός.
· Αγουρέλαιο: Προέρχεται από άγουρες πράσινες ελιές, οι οποίες μαζεύονται στις αρχές Οκτωβρίου και παράγεται με τη μέθοδο της ψυχρής έκθλιψης. Έχει πολύ χαμηλή οξύτητα (συνήθως μέχρι 0,5ο), πλούσιο φρουτώδες άρωμα και είναι ιδανικό για τις σαλάτες, τα χόρτα, το ψωμί, τη φέτα, κ.λ.π.
· Αρωματισμένα ελαιόλαδα. Είναι τα ελαιόλαδα στα οποία «εμβαπτίζονται» διάφορα βότανα από την μεγάλη ποικιλία της ελληνικής χλωρίδας και χρησιμοποιούνται είτε για βρώση, είτε για φαρμακευτικούς σκοπούς. Πολύτιμες πληροφορίες για την παρασκευή μύρων έχουμε από την αρχαιότητα. Σχετική αναφορά υπάρχει ήδη στον Όμηρο. Η τεχνική παρασκευής τους είναι απλή και μπορεί εύκολα ο καθένας από μας να την εφαρμόσει. Τα ελαιόλαδα αυτά πέρα από την ιδιαίτερη γεύση που αποκτούν με το «εμβάπτισμα» αρωματικών βοτάνων, αποκτούν επίσης στυπτικές και αντιοξειδωτικές ιδιότητες.
· Ελαιόλαδα Προστατευόμενης Ονομασίας Προελεύσεως (ΠΟΠ). Φέρουν το όνομα της περιοχής, τα ιδιαίτερα οργανοληπτικά χαρακτηριστικά της οποίας διακρίνονται από αυτά των ελαιολάδων άλλων ελαιοπαραγωγών περιοχών και οφείλονται κυρίως ή αποκλειστικά στο συγκεκριμένο γεωγραφικό περιβάλλον. Το περιβάλλον αυτό περιλαμβάνει τους φυσικούς και τους ανθρώπινους παράγοντες ενώ η παραγωγή, μεταποίηση και επεξεργασία πραγματοποιούνται στην οριοθετημένη αυτή γεωγραφική περιοχή. Η Ελλάδα έχει κατοχυρώσει στην Ευρωπαϊκή Ένωση 14 περιοχές παραγωγής ελαιολάδου Προστατευόμενης Ονομασίας Προέλευσης.
ΑΝΑΓΝΩΡΙΣΜΕΝΑ ΕΛΑΙΟΛΑΔΑ ΠΟΠ: Βιάννος Ηρακλείου Κρήτης, Λυγουριό Ασκληπειού, Βόρειος Μυλοπόταμος Ρεθύμνης Κρήτης, Κροκεές Λακωνίας, Πετρίνα Λακωνίας, Κρανίδι Αργολίδας, Πεζά Ηρακλείου Κρήτης, Αρχάνες Ηρακλείου Κρήτης, Καλαμάτα, Κολυμβάρι Χανίων Κρήτης, Σητεία Λασιθίου Κρήτης, Αποκόρωνας Χανίων Κρήτης, Θραψανό, Φοινίκι Λακωνίας.
· Ελαιόλαδα Προστατευόμενης Γεωγραφικής Ένδειξης (ΠΓΕ). Φέρουν το όνομα της περιοχής στην οποία οφείλουν τη φήμη τους, ενώ η παραγωγή, και μεταποίηση πραγματοποιείται αποκλειστικά σε αυτή την περιοχή. Η Ελλάδα έχει κατοχυρώσει στην Ευρωπαϊκή Ένωση 11 περιοχές παραγωγής ελαιολάδου Προστατευόμενης Γεωγραφικής Ένδειξης.
ΑΝΑΓΝΩΡΙΣΜΕΝΑ ΕΛΑΙΟΛΑΔΑ ΠΓΕ: Ζάκυνθος, Θάσος, Κεφαλονιά, Λακωνία, Λέσβος, Ολυμπία, Πρέβεζα, Ρόδος, Σάμος, Χανιά, ¶γιος Ματθαίος Κέρκυρας.
Τα ελαιόλαδα ΠΟΠ και ΠΓΕ έχουν αναγνωρισθεί από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και πληρούν τις προϋποθέσεις των εξειδικευμένων κοινοτικών κανονισμών. Πέραν αυτών η Ελλάδα έχει θέσει ακόμα πιο αυστηρές προϋποθέσεις αναγνώρισης προκειμένου να διασφαλίσει απόλυτα την υψηλή ποιότητα του ελληνικού ελαιολάδου.